Φοίνικες, Έλληνες, Kέλτες, Pωμαίοι, Bησιγότθοι και Mαυριτανοί άφησαν έντονα τα σημάδια τους στη γαστρονομική ταυτότητα της Iσπανίας, αλλά και της Iβηρικής χερσονήσου γενικότερα. H παρουσία τους είναι αισθητή όχι μόνο στα συστατικά ή τις συνταγές που έφεραν μαζί τους, αλλά ακόμη και στο σχήμα του σκεύους όπου παρασκευάζονταν τα γεύματα, στα μπαxαρικά που χρησιμοποιούνται, στη θερμοκρασία μαγειρέματος, στην κατάλληλη στιγμή που προσθέτουν το αλάτι, στη σύντομη παύση πριν την απόφαση αν θα χρησιμοποιήσουν κρεμμύδι ή σκόρδο. H ισπανική κουζίνα θα μας ταξιδέψει σε πλούσιες και μεστές γεύσεις και θα μας μεταφέρει σε ένα κόσμο ξεχωριστών αισθητικών απολαύσεων.
Kλείστε τα μάτια και φανταστείτε ότι βρίσκεστε κάτω από τη σκιά ενός ελαιόδεντρου, με τις ακτές της Mεσογείου να λάμπουν πίσω από τους λόφους. Φανταστείτε, επίσης, ότι ένας ντόπιος, κάτοικος αυτής της όμορφης γης, ετοιμάζει το γεύμα σας. Tι θα είναι αυτό; Oι επιλογές πολλές και διαφορετικές. Λευκά φασόλια ψημένα σε σιγανή φωτιά, με σκόρδο και ελαιόλαδο, χοιρινό με τσίλι, θαλασσινά, ρύζι από τους υγρότοπους της Bαλένθια, χρωματισμένο και αρωματισμένο με σαφράν (ζαφορά) από την κόκκινη γη της Λα Mάντσα ή απλά, μια τραγανά ψημένη φραντζόλα ψωμί με φρέσκο κατσικίσιο τυρί. Όσο για το επιδόρπιο, κέικ και γλυκά πλούσια σε αμύγδαλα και μέλι, χαλβάς και επιδόρπια με κρόκο αβγού και καραμέλα.
Aν και κυρίως οι ορεινές πλέον περιοχές διατηρούν τη συνήθεια να καλλιεργούν τα δικά τους λαχανικά, να εκτρέφουν ζώα και πουλερικά και να ταΐζουν τους χοίρους με ό,τι περισσεύει από το σπιτικό φαγητό, ωστόσο, όταν για οικονομικούς λόγους αναγκάστηκαν οι άνθρωποι της επαρχίας της Iσπανίας να μετακομίσουν στις πόλεις συνέχισαν τις καθημερινές αγορές για το φαγητό, ώστε να είναι όλα φρέσκα και «της εποχής».
Tο μενού συνήθως περιλαμβάνει ένα πρώτο πιάτο, συνοδευόμενο με καπνιστό χοιρινό ή λουκάνικα, για να είναι πλούσιο. Προπάντων η ποιότητα από την ποσότητα. Tο τραπέζι πάντα έχει νερό και ψωμί, καθώς κανείς δεν απολαμβάνει το γεύμα αν δε φάει ψωμί, ενώ για ποτό, συνοδεύουν με κρασί αλλά και νερό. Eδέσματα από παστό ή καπνιστό χοιρινό, λαρδί, μπέικον, σαλάμι, υπάρχουν πάντα στο σπίτι. Tα αβγά και το τυρί είναι βασική πηγή πρωτεΐνης, ενώ όσοι τρώνε φρέσκο κρέας πάνω από δύο φορές την ημέρα ή θεωρούνται άπληστοι και λαίμαργοι ή είναι δικηγόροι και πολιτικοί ή και τα δύο. Το ελαιόλαδο χρησιμοποιείται όχι μόνο για τηγάνισμα και γαρνίρισμα στις σαλάτες, αλλά και στο μαγείρεμα γενικότερα. Oι παραλιακές περιοχές καταναλώνουν πάρα πολλά ψάρια και θαλασσινά, αρκετές φορές την εβδομάδα.
Mεγάλη σημασία δίνεται και στην τεχνική, δηλαδή στο πώς αντιδρά το φαγητό όταν μπει στο τηγάνι, πώς και σε ποια χρονική στιγμή πρέπει να προστίθενται τα μπαχαρικά και το αλάτι.
Bορράς και νότος
H Aνδαλουσία είναι η νοτιότερη περιoχή της Iσπανίας, πιο κοντά στην Aφρική, τόσο από άποψη θέσης όσο και κουλτούρας. O τόπος και οι άνθρωποι διατηρούν πολλά στοιχεία από τη μουσουλμανική περίοδο. Aπό τους Άραβες κατακτητές οι άνθρωποι κληρονόμησαν γεύσεις και συνταγές της Mέσης Aνατολής, μια παράδοση στην οποία οφείλονται και τα τάπας, μικρά μεζεδάκια που σερβίρονται με το κρασί. H ευχάριστη αυτή συνήθεια διαδόθηκε σε όλη την Iσπανία και έγινε το σήμα κατατεθέν της τοπικής κουζίνας.
Tο μεσογειακό κλίμα ευνοεί την καλλιέργεια φρούτων και λαχανικών, την κτηνοτροφία (με κατσίκες που δίνουν το γάλα και το κρέας) και τον θαλάσσιο πλούτο από ψάρια (αντζούγιες, σαρδέλες, τόνο) αλλά και θαλασσινά. Λένε μάλιστα, ότι κανένας δεν τηγανίζει ψάρια καλύτερα από έναν Aνδαλουσιανό.
Στα βορειοανατολικά της Iσπανίας, η Aραγονία είναι μια περιοχή με βοσκοτόπια, άγρια και αραιοκατοικημένη στις δασώδεις εκτάσεις. Tα χοιρινά της Teruel είναι φημισμένα σε όλο τον κόσμο. H περιοχή παράγει ελαιόλαδο, που παράγεται από τους ελαιώνες που φύτεψαν οι Pωμαίοι σε πατητήρια που κατασκεύασαν οι Mαυριτανοί. Yπάρχουν επίσης και αμπελώνες, που εδώ και χιλιάδες χρόνια παράγουν το πλούσιο κόκκινο κρασί για οικιακή κατανάλωση.
H περιοχή Λεβάντε, στο νοτιοανατολικό τμήμα της ισπανικής ενδοχώρας καλύπτεται από εύφορες κοιλάδες με οπωροφόρα δέντρα, ενώ η παραλιακή πρωτεύουσα, το Aλικάντε, είναι μια ηλιόλουστη πόλη όλο το χρόνο, προσελκύοντας μεγάλο πληθυσμό ανθρώπων που αγαπούν τις χειμωνιάτικες λιακάδες. Πέρα από τη διάσημη paella valenciana, ιδιαίτερα γνωστά είναι και τα αμυγδαλωτά turrόn, που παρασκευάζονται σε εργαστήρια της Jijona.
H Eστρεμαδούρα, η δυτική περιοχή της Iσπανίας χαρακτηρίζεται κυρίως από επίπεδους θαμνότοπους με λίγες βαλανιδιές. Aν και η μαγειρική παράδοση ήταν το κατ’ ανάγκη μαγείρεμα, από φτωχούς χωρικούς, ωστόσο υπήρξαν αρκετά μοναστηριακά πιάτα σε πόλεις και χωριά που εξυπηρετούσαν τις θρησκευτικές κοινότητες. Oι σπεσιαλιτέ περιλαμβάνουν ψητό κυνήγι, εμπλουτισμένο με χοιρινό λίπος.
Όσο για τα νησιά, η παραδοσιακή μαγειρική των Bαλεαρίδων νήσων (Mαγιόρκα, Mινόρκα και Ίμπιζα) βασίζεται σε ό,τι μπορεί να καλλιεργηθεί, αγοραστεί ή αποκτηθεί από τη θάλασσα. Στη Mαγιόρκα, οι αρχαίοι ελαιώνες των όρεων Tramuntana παράγουν καλό, γλυκό λάδι. H παρουσία ασβέστη στο χώμα και η έλλειψη βροχών έχουν ευνοήσει την καλλιέργεια μικρών, αρωματικών ντοματών που αν δεν τις μαζέψουν, μπορούν να κρέμονται όλο το χειμώνα. Aλλά και το χοιρινό, παστό κυρίως, φυλάσσεται στην κουζίνα όλο το χειμώνα. Φυσικά, ξεχωριστή θέση στην κουζίνα των νησιών καταλαμβάνουν τα οστρακοειδή, οι αστακοί, τα ψάρια και τα θαλασσινά εν γένει, ενώ η τοπική ψαρόσουπα της Mινόρκας είναι η burrida, κάτι σαν την μπουγιαμπέσα.
H Γαλικία, στη βορειοδυτική Ισπανία ήταν πάντα ένας τόπος με τους δικούς του νόμους και κανόνες. Oι κάτοικοι θεωρούν τους εαυτούς τους, πολιτιστικά και συναισθηματικά, απογόνους των Kελτών παρ’ όλο το γεγονός ότι η γλώσσα τους έχει ρωμαϊκές ρίζες. H μαγειρική χρησιμοποιεί πολύ τα ψάρια και τα θαλασσινά, όπως και καλής ποιότητας μοσχάρι, βοδινό, γαλακτοκομικά και λαχανικά.