Μπορεί να χρειαστείτε μεγεθυντικό φακό προκειμένου να εντοπίσετε το μικροσκοπικό αυτό νησάκι στην δυτική άκρη του Ινδικού, κοντά στις ακτές της Αφρικής, ανατολικά της Κένυας και βορειοδυτικά της Μαδαγασκάρης. Το La Digue, ωστόσο, περηφανεύεται για το μέγεθός του, καθώς είναι το τέταρτο μεγαλύτερο από τα 114 γρανιτικά νησιά του συγκροτήματος των Σεϋχέλλων και ταυτόχρονα επιδεικνύει με περηφάνια τους τίτλους ομορφιάς που έχει κερδίσει, ως ένα από τα ομορφότερα μέρη στον κόσμο.
Για τους ταξιδευτές που αποζητούν την απόδραση σε έναν γνήσιο και αυθεντικό τροπικό παράδεισο, οι Σεϋχέλλες είναι ένας μαγευτικός προορισμός, ένας πραγματικός Κήπος της Εδέμ. Από το νησιωτικό συγκρότημα αυτών των μοναδικών στον κόσμο γρανιτικών νησιών, τα τρία κατά σειρά μεγαλύτερα κατοικήσιμα είναι το Μαέ (Μahe), με την πρωτεύουσα Βικτόρια (Victoria), το Πράλεν (Praslin) και το Λα Ντιγκ (La Digue). Το τελευταίο κατέχει και τα πρωτεία από άποψη ομορφιάς, γαλήνης και απλότητας τοπίου. Ενός τοπίου που ξεφεύγει από τα συνηθισμένα, παραπέμπει σε ένα τεράστιο εξωτικό κήπο και ταυτόχρονα παιδότοπο για μικρούς και μεγάλους. Κάποιοι θα ανακαλύψουν εδώ το απάνεμο λιμάνι που θα ήθελαν να αράξουν για πάντα και κάποιοι άλλοι θα ξανανιώσουν το αίσθημα της ελευθερίας και της ξενοιασιάς, μακριά από τους θορύβους και την ένταση των μεγάλων πόλεων.
Η κίτρινη παραδοσιακή σκούνα αναχωρεί από την αποβάθρα της Αγίας Άννας στο Πράλεν στις 10 το πρωί. Η ατμόσφαιρα είναι τροπική, υγρή και ζεστή, με τον ήλιο να έχει ήδη αρχίσει να καιει, κάτι που ωστόσο δεν μας ενοχλεί καθόλου. Έχοντας αφήσει πίσω μας τον κρύο χειμωνιάτικο Αθηναϊκό καιρό, οι ζεστές του ακτίνες είναι μια απολαυστική αλλαγή. Στο La Digue δεν φτάνει κανείς με αεροπλάνο, ούτε με μεγάλα πλοία. Απέχει από το Μαέ
Η διαδρομή δεν διαρκεί περισσότερο από 30 λεπτά και η μίνι αυτή κρουαζιέρα αποτελεί την ευχάριστη εισαγωγή για την εμπειρία που πρόκειται να ακολουθήσει. Καθώς ολόκληρη η θαλάσσια περιοχή μεταξύ Αγίας Άννας και La Digue έχει ανακηρυχθεί θαλάσσιο προστατευόμενο πάρκο, με πλούσια και σπάνια ιχθυοπανίδα, δεν παραξενευόμαστε - αν και αγχωνόμαστε κάπως - όταν βλέπουμε το πτερύγιο ενός φαλαινοκαρχαρία να αναδύεται από τα κύματα. Εκείνο φυσικά που μας ταράζει περισσότερο είναι, όχι τόσο το νωχελικό κήτος που κολυμπά αργά, αδιάφορο για την ύπαρξή μας, αλλά η ιδέα ότι σύντομα θα κολυμπήσουμε μαζί του στα ίδια νερά… Μας συνοδεύει για λίγα μόνο μίλια, επιλέγοντας τα βαθιά νερά του Ινδικού για να συνεχίσει το ταξίδι του. Πιο κάτω, μακριά, ένα κοπάδι από μικρά δελφίνια ακολουθεί το πλοίο μας, κολυμπώντας σε ζεύγη και κάνοντας τα δικά τους κόλπα, ώσπου χάνονται από τα μάτια μας.
Από την πρώτη στιγμή που κατεβαίνουμε στο λιμάνι της La Passe, νοιώθουμε την αύρα της διαφορετικότητας σε σχέση με τα υπόλοιπα νησιά των Σεϊχελών. Το La Digue, πολύχρωμο, καταπράσινο, γαλήνιο, με την πληθωρική φύση και την ήρεμη γοητεία, ο παράδεισος που περιμέναμε να δούμε, βρίσκεται εκεί, μπροστά στα μάτια μας. Το νησί έχει κερδίσει τη μάχη με το χρόνο και την εξέλιξη που συχνά διαβρώνουν ακόμη και τα πιο παραδεισένια μέρη στον κόσμο. Υπέροχα απομονωμένο στην αγκαλιά του Ινδικού, προστατευμένο από τον κοραλλιογενή ύφαλο που το αγκαλιάζει, συνδυάζει την τροπική βλάστηση που φτάνει μέχρι τις ακτές, την παρθένα φύση και την αγνότητα της ζωής, χωρίς τα απρόσωπα resorts, τα πολύβουα καζίνο ή τα πολυσύχναστα ξενοδοχειακά συγκροτήματα. Τα σπίτια και ενοικιαζόμενα διαμερίσματα είναι χαμηλά, το πολύ δύο ορόφων, κατασκευασμένα ως επί το πλείστον από ξύλο, με χαρακτηριστικές κωνικές στέγες, μεγάλες βεράντες και πέργκολες, με κήπους ολάνθιστους και πολύχρωμα ανθισμένα παρτέρια. Οι πεζόδρομοι πεντακάθαροι, άρτια καλλωπισμένοι, μοιάζουν με μεγάλα μονοπάτια που οδηγούν στις πιο όμορφες γωνιές του νησιού.
Ένα ακόμη χαρακτηριστικό του ιδιαίτερου χαρακτήρα του νησιού είναι η απουσία αυτοκινήτων, μίνι Βαν ή λεωφορείων. Πέρα από ελάχιστα αυτοκίνητα που έχουν άδεια κυκλοφορίας για την μεταφορά εμπορευμάτων, υπάρχουν μόνο 5 (δυσεύρετα) ταξί. Έτσι, οι ταξιδιώτες έχουν να επιλέξουν ανάμεσα στην απόλαυση της ποδηλασίας, αφού μόνο ποδήλατα επιτρέπονται για τις μετακινήσεις τόσο των επισκεπτών όσο και των μόνιμων κατοίκων, ή στη μετακίνηση με τις παραδοσιακές βοϊδάμαξες. Αν και ο δεύτερος είναι πιο έθνικ τρόπος, εμείς επιλέγουμε τα ποδήλατα, για να μπούμε ολοκληρωτικά στο feeling του νησιού και να διασκεδάσουμε σαν παιδιά σε σχολική εκδρομή...
Ακολουθώντας τον πλακόστρωτο δρόμο που ξεκινά από το λιμάνι προς τα δεξιά, περνώντας μπροστά από καταστήματα αναμνηστικών, γκαλερί, διάσπαρτες κρεολικές κατοικίες αποικιακού ρυθμού και self catering bungalows με φροντισμένα παρτέρια, οι εικόνες ομορφιάς διαδέχονται η μία την άλλη. Από τα πλέον φωτογραφημένα κτίρια ξεχωρίζουν το Κίτρινο Σπίτι και το Chateau St Cloud, κτισμένο κατά τη διάρκεια της αυτοκρατορίας του Ναπολέοντα και σήμερα μεταμορφωμένο σε ένα κομψό μικρό ξενοδοχείο. Άγριες ορχιδέες σκαρφαλώνουν στους κορμούς των δέντρων και σπάνια αγριολούλουδα διακοσμούν τα μονοπάτια. Κάπου εκεί, ανάμεσα στα πυκνά φυλλώματα των δέντρων Τακαμάκα και των φοινικόδεντρων, ζει ο σπάνιος μαύρος παπαγάλος <Μυγοχάφτης>, που οι ντόπιοι αποκαλούν <χήρα>. Λένε ότι είναι ιδιαίτερα κομψός, με το μαύρο του φτέρωμα και την λεπτή μακριά ουρά. Σήμερα υπολογίζεται ότι μόλις 100 μαύροι παπαγάλοι ζουν στο Εθνικό Πάρκο Veuve του La Digue. Σε όλη τη διαδρομή, περαστικοί ποδηλάτες, ντόπιοι και ξένοι, μας χαιρετούν χαμογελαστοί και δίχως επιφύλαξη, αφού πράγματι η αίσθηση ότι όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους κυριαρχεί παντού. Σ’ αυτό πιθανόν συμβάλλουμε και εμείς, που, ως γνήσιοι Έλληνες, εντυπωσιασμένοι από την φύση και την ομορφιά, ακουγόμαστε με τα γέλια και τις φωνές μας σε όλο το νησί.
Ο δρόμος σύντομα μας οδηγεί στην πύλη της φάρμας L’ Union Coconut Estate (4 ευρώ είσοδος), μιας μεγάλης έκτασης με φυτείες βανίλιας και εγκαταστάσεις για την επεξεργασία και αποξήρανση της καρυδόψιχας (κόπρα), προκειμένου να μετατραπεί στο γνωστό λάδι καρύδας. Στην φάρμα υπάρχουν κάποια καλοσυντηρημένα αποικιακά σπίτια, ανάμεσά τους και το σπίτι όπου γυρίστηκαν σκηνές για την γαλλική ταινία ‘Εμανουέλα’. Στο σημείο Pointe Cap Barbi, στο αρχαίο νεκροταφείο κάτω από τη σκιά των φοινίκων βρίσκονται οι τάφοι των πρώτων αποίκων που έφτασαν από το νησί Μπουρμπόν (Ρεουνιόν), ενώ λίγο παραπέρα, σε προστατευμένο φυσικό χώρο 50 γιγάντιες χελώνες περιφέρονται νωχελικά, απολαμβάνοντας τη μαγεία του τόπου που τους ανήκει. Στα ναυπηγεία που υπάρχουν σε όλο το μήκος της ακτής κατασκευάζονται και επισκευάζονται τα καΐκια και ψαράδικα σκάφη από ξύλο τακαμάκα. Παραδοσιακά επαγγέλματα, τόσο η παραγωγή ελαίου καρύδας όσο και η ναυπηγική, αποτελούν ακόμη και σήμερα την κύρια πηγή εισοδήματος των ντόπιων.
Αν και έχουμε ήδη καλύψει σχεδόν το 1/3 της φυτείας, δεν αισθανόμαστε καθόλου κούραση, καθώς το La Digue είναι ως επί το πλείστον επίπεδο και δεν κουράζει με απότομες ανηφόρες. Για όσους αγαπούν την οδοιπορία στον καθαρό τροπικό αέρα, το περπάτημα είναι ένας ακόμη πιο απολαυστικός τρόπος και όχι τόσο κουραστικός, αφού οπουδήποτε και να θέλετε να πάτε δεν θα κάνετε περισσότερο από μία ώρα διαδρομή. Με μόλις
Σύντομα, έχοντας διασχίσει και τις φυτείες βανίλιας, φθάνουμε στο μονοπάτι που καταλήγει στη διάσημη παραλία Anse Source D’Argent. Εδώ αφήνουμε τα ποδήλατα για να συνεχίσουμε με τα πόδια, ανυπόμονοι να ανακαλύψουμε την διάσημη και βραβευμένη παραλία που είχαμε δει σε διαφημιστικές αφίσες αποκαλυπτικών μαγιό και δροσιστικών κοκτέιλ. Το σκηνικό είναι πράγματι εξωπραγματικό. Περνώντας κάτω από φυσικές στοές που δημιουργούν τεράστιοι γκρι γρανιτένιοι βράχοι, αρχίζουν να μας αποκαλύπτονται μικρές αμμουδερές αγκαλιές, προστατευόμενες από την ορμή των νερών του ωκεανού, καθώς τα κύματα, περιορισμένα από τον κοραλλιογενή ύφαλο, φτάνουν γαλήνια, πεντακάθαρα και διαυγή μέχρι την ακτή. Εκεί, κάτω από τη σκιά των βράχων, που συχνά μοιάζουν να ακροβατούν και των ψηλών φοινικόδεντρων που φτάνουν μέχρι την αμμουδιά, ο καθένας μπορεί να βρει το καταφύγιό του, απομονωμένος από τον υπόλοιπο κόσμο. Επόμενη κίνηση είναι να βρούμε τη δική μας γωνιά και να βυθιστούμε με τη σειρά μας στα γαλανά νερά του Ινδικού, πριν αυτά τραβηχτούν από την χαμηλή παλίρροια.
Η πεζοπορία δεν σταματά εδώ. Προχωρώντας ακόμη νοτιότερα, το μονοπάτι οδηγεί σε μια σειρά από μικρότερους όρμους, στις παραλίες Anse Pierrot, Anse aux Cedres και στο νοτιότερο άκρο στην Anse Bonnet Carre, η μία ομορφότερη από την άλλη. Στη σκιά των βράχων και της πυκνής βλάστησης, συναντάμε έναν ντόπιο που κατασκευάζει καπέλα από φύλλα, πλέκοντας περίτεχνα σχέδια μέσα σε λίγα μόνο λεπτά. Οι αμμουδιές είναι γεμάτες από καβούρια και αχιβάδες. Ούτε να σας περάσει από το μυαλό να μαζέψετε κοχύλια, καθώς όλη η περιοχή είναι προστατευόμενο εθνικό πάρκο.
Οι Σεϋχέλλες αποτελούν, δίχως αμφιβολία, τον ιδανικό προορισμό για θαλάσσια σπορ και καταδυτικό τουρισμό. Εφοδιασμένοι με μάσκες και βατραχοπέδιλα αναζητήσαμε το καλύτερο σημείο για να εξερευνήσουμε τον μαγικό κόσμο του βυθού. Οι ταξιδιωτικοί οδηγοί αναφέρουν ότι για καταδύσεις οι παραλίες Anse Patates και Anse Severe, στο βόρειο τμήμα είναι ιδανικές. Τα νερά έχουν το χρώμα του σμαραγδιού και οι βραχώδεις όρμοι κρύβουν έναν πολύχρωμο βυθό, το τέλειο περιβάλλον για αυτοκατάδυση. Ωστόσο, το γεγονός ότι είναι Δεκέμβρης, περίοδος των υγρών βορειοδυτικών μουσώνων, που δεν ευνοεί το κολύμπι σε εκείνη την πλευρά του νησιού, μας αναγκάζει να επιλέξουμε την επίσης διάσημη Grande Anse, στην νοτιοανατολική πλευρά του La Digue.
Είναι πια καταμεσήμερο. Ανανεωμένοι και ξεκούραστοι, έχοντας δροσιστεί με ένα κοκτέιλ καρύδας στο μπαράκι πάνω στην άμμο, εκεί όπου είχαμε αφήσει τα ποδήλατα, ακολουθούμε τη διαδρομή προς το βουνό. Η ποδηλασία δεν είναι πλέον τόσο εύκολη, καθώς πρέπει να διασχίσουμε ανηφόρες που φτάνουν τα
Μοναδικό σημάδι πολιτισμού σε αυτή την πλευρά του νησιού είναι ένα ρουστίκ ταβερνάκι με καλαμένια στέγη, όπου καθισμένοι σε σκαμπό από κορμούς δέντρων και με τα πόδια βυθισμένα στην απαλή άμμο, δοκιμάζουμε το καλύτερο ψάρι αλλά και το πιο καυτερό τσίλι. Γενικά το φαγητό είναι μια ευχάριστη έκπληξη στις Σεϋχέλλες. Άμεσα συνδεδεμένη με τις γαλλικές και βρετανικές ρίζες, η κουζίνα είναι πικάντικη και εξωτική. Τα φρέσκα ψάρια είναι πάντα μια καλή επιλογή, πιασμένα νωρίς το πρωί και μαγειρεμένα με καρυκεύματα και μπαχαρικά που τους δίνουν γεύση ιδιαίτερη. Πέρα από το κρέας, το χοιρινό ή το κοτόπουλο, οι σαλάτες από παπάγια και αρτόδεντρο, καρύδα ή γλυκοπατάτες, συνοδεύουν το γαστρονομικό ταξίδι, που ολοκληρώνεται με γλυκές δημιουργίες από καραμελωμένη καρύδα, σορμπέ εξωτικών φρούτων ή φρέσκα φρούτα: μπανάνες, παπάγια, μάνγκο και ανανά. Και, καθώς, όπως λένε οι ντόπιοι, για να επιστρέψει κανείς στις Σεϊχέλες, πρέπει να δοκιμάσει αρτόδεντρο, έτσι και εμείς σκεφτήκαμε να μην αφήσουμε την ευκαιρία ανεκμετάλλευτη. Άλλωστε, έχουμε ακόμη άλλα 111 νησιά να ανακαλύψουμε…. 111 μικρούς παράδεισους…