Οι επιβάτες που ταξιδεύουν αεροπορικώς θα λαμβάνουν πιο εύκολα αποζημίωση στην περίπτωση καθυστέρησης της πτήσης και καθήλωσής τους στο αεροδρόμιο, σύμφωνα με νομοσχέδιο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο στο στάδιο της πρώτης ανάγνωσης, την Τρίτη, 4 Φεβρουαρίου. Οι αεροπορικές εταιρείες θα υπόκεινται επίσης σε σαφείς κανόνες σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης των καταγγελιών των επιβατών.
«Τα δικαιώματα των επιβατών που ταξιδεύουν αεροπορικώς αφορούν κάθε πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ιστορία παραπέμπει στον Δαβίδ εναντίον του Γολιάθ, καθώς μόνο το 2% των επιβατών λαμβάνει στην πράξη αποζημίωση αφότου υποβάλει καταγγελία εναντίον μιας αεροπορικής εταιρείας. Πιστεύω ότι το κείμενο που εγκρίναμε σήμερα επιτυγχάνει μια εύλογη ισορροπία μεταξύ των αεροπορικών εταιρειών και των δικαιωμάτων των επιβατών. Βελτιώσαμε την προστασία των καταναλωτών, αφενός, και αναγνωρίσαμε την ευελιξία που απαιτεί ο κλάδος αυτός, αφετέρου», είπε ο εισηγητής Georges Bach (ΕΛΚ, Λουξεμβούργο).
Σύμφωνα με τους αναθεωρημένους κανόνες, που εγκρίθηκαν με 580 ψήφους υπέρ, 41 κατά και 48 αποχές, οι αερομεταφορείς θα πρέπει να υποδεικνύουν με σαφήνεια έναν υπεύθυνο, σε κάθε αερολιμένα, που θα πληροφορεί και θα βοηθά τους επιβάτες σχετικά με τα δικαιώματά τους και τις διαδικασίες υποβολής καταγγελιών, παροχής βοήθειας, αποζημίωσης και μεταφοράς σε άλλες πτήσεις. Οι επιβάτες θα μπορούν επίσης να υποβάλλουν καταγγελίες, πχ. για ζημία ή απώλεια αποσκευών.
Μεταφορά με άλλη πτήση
Σε περίπτωση καθυστέρησης μιας πτήσης, ο επιβάτης θα πρέπει να ενημερώνεται για την κατάσταση αλλά και τη δυνατότητα μεταφοράς με άλλη πτήση, αμέσως μόλις οι εν λόγω πληροφορίες καταστούν διαθέσιμες, και σε κάθε περίπτωση πριν από την παρέλευση 30 λεπτών από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης. Το εν λόγω νομοσχέδιο στοχεύει να διασφαλίσει ότι δεν θα παρεμποδίζεται η πρόσβαση στο σκάφος σε επιβάτες που διαθέτουν εισιτήριο μετ' επιστροφής, αλλά δεν έχουν χρησιμοποιήσει το εισιτήριο στο πρώτο σκέλος της μετάβασης.
Αποσκευές
Οι πληροφορίες σχετικά με τα επιτρεπόμενα όρια των αποσκευών θα πρέπει να αναφέρονται σαφώς από την αρχή της διαδικασίας κράτησης. Ο κάθε επιβάτης θα μπορεί να έχει μαζί του στο αεροπλάνο, χωρίς χρέωση, ένα πανωφόρι, μια τσάντα και μια σακούλα με ψώνια από το αεροδρόμιο, πέρα από τη χειραποσκευή που δικαιούται.
Καταγγελίες
Σε περίπτωση που ο αερομεταφορέας δεν παρέχει εντός διμήνου απάντηση σε κάποιον που υποβάλλει καταγγελία, θεωρείται ότι έχει αποδεχθεί τις αξιώσεις του επιβάτη. Όταν η αεροπορική εταιρία επικαλείται την ύπαρξη έκτακτων περιστάσεων, θα πρέπει να ενημερώνει στη - γραπτή - επεξήγησή της προς τον επιβάτη για τις συγκεκριμένες περιστάσεις που προκάλεσαν την ακύρωση ή την καθυστέρηση. Στον εξαντλητικό κατάλογο περιστάσεων που θεωρούνται ως έκτακτες συγκαταλέγονται η βλάβη του σκάφους λόγω πρόσκρουσης πτηνών, οι πολιτικές αναταραχές και οι απρόβλεπτες εργατικές διαφορές. Σε περίπτωση έκτακτων περιστάσεων που διαρκούν πολύ καιρό, όπως το σύννεφο τέφρας από το ισλανδικό ηφαίστειο το 2010, η συνολική διάρκεια του καταλύματος που θα πρέπει να πληρώνει ο εκάστοτε αερομεταφορέας περιορίζεται το πολύ σε 5 διανυκτερεύσεις.
Πτωχεύσεις
Προκειμένου να μη μένουν καθηλωμένοι στα αεροδρόμια οι επιβάτες σε περίπτωση πτώχευσης μιας αεροπορικής εταιρίας, οι αερομεταφορείς θα πρέπει να αποδεικνύουν ότι έχουν λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα, όπως η ασφάλιση ή η δημιουργία ενός ταμείου εγγυήσεων, ώστε να εξασφαλίζουν, κατά περίπτωση, στους επιβάτες την παροχή φροντίδας, την επιστροφή χρημάτων ή τη μεταφορά με άλλη πτήση.
Επιβολή του νόμου
Οι εθνικές αρχές επιβολής των κρατών μελών θα πρέπει να διαθέτουν επαρκή εξουσία ώστε να επιβάλλουν ουσιαστικές κυρώσεις σε περίπτωση παραβάσεων των δικαιωμάτων των επιβατών από τους αερομεταφορείς. Θα πρέπει επίσης να αξιολογούν τις εκθέσεις των αερομεταφορέων σχετικά με το πώς έδρασαν στις περιπτώσεις καθυστερήσεων ή ματαιώσεων πτήσεων.
Επόμενα βήματα
Το εν λόγω νομοσχέδιο εγκρίθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 2014, στο στάδιο της πρώτης ανάγνωσης. Καθώς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συναποφασίζει στο θέμα αυτό με το Συμβούλιο των Υπουργών, το τελευταίο μπορεί είτε να αποδεχθεί τη θέση του Κοινοβουλίου είτε να υιοθετήσει τη δική του θέση, την οποία θα πρέπει στη συνέχεια να διαπραγματευθεί με το Κοινοβούλιο.